Οι μυοκαρδιοπάθειες αποτελούν το δεύτερο σε συχνότητα νόσημα της καρδιάς του σκύλου μετά τη χρόνια βαλβιδοπάθεια.
Γράφει ο Κυριάκος Αφεντουλίδης, Κτηνίατρος, Μέλος της European Society of Veterinary Cardiology-ESVC (Ευρωπαϊκή Κτηνιατρική Καρδιολογική Εταιρεία)
Η συχνότερη από αυτές είναι η διατατική μυοκαρδιοπάθεια η οποία εμφανίζεται κυρίως σε μεγαλόσωμες φυλές: Doberman, Boxer, Great Dane, Golden Retriever κ.α. και οφείλεται σε εκφύλιση του μυοκαρδίου.
Μπορεί να είναι πρωτογενής που χαρακτηρίζεται ως ιδιοπαθής (αγνώστου αιτιολογίας) ή κληρονομική και δευτερογενής που προκαλείται από διάφορες καταστάσεις όπως: έλλειψη ταυρίνης κυρίως στα Cocker Spaniel, έλλειψη καρνιτίνης στα Boxer (σπάνια), προϋπάρχουσα ταχυκαρδία, τοξίκωση από φάρμακα (π.χ. χημειοθεραπευτικά- δοξορουβικίνη).
Στην περίπτωση της δευτερογενούς νόσου αν διαγνωστούν έγκαιρα οι αιτίες και αντιμετωπιστούν η εξέλιξη θα είναι καλή με πολύ πιθανή την οριστική ίαση. Αντίθετα στην πρωτογενή μορφή η νόσος θα εξελιχθεί αφού έχει κληρονομικό χαρακτήρα και μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά με συγκεκριμένα γονίδια.
Η κλασική μορφή της νόσου χαρακτηρίζεται από μείωση της συσπαστικότητας του μυοκαρδίου δηλαδή της δύναμης με την οποία συσπάται η καρδιά, λόγω της σταδιακής εκφύλισης των καρδιακών μυικών ινών. Κάτι που στην εξέλιξή του μέσα από μια σειρά αλλαγών: διάταση των κοιλιών της καρδιάς (διατατική μυοκαρδιοπάθεια), διάταση των κόλπων, θα οδηγήσει σε καρδιακή ανεπάρκεια με συμπτώματα όπως: εύκολη κόπωση, βήχας, δύσπνοια, πρήξιμο της κοιλίας λόγω συσσώρευσης υγρού (ασκίτης). Λόγω της αύξησης των διαστάσεων των κόλπων είναι πιθανό να προκληθεί κολπική μαρμαρυγή, μια μορφή ταχυαρρυθμίας που θα επιδεινώσει την κατάσταση και είναι η συχνότερη αρρυθμία σε ζώα με διατατική μυοκαρδιοπάθεια. Λιγότερο συχνά σ’ αυτή τη μορφή της νόσου μπορούν να παρατηρηθούν και κοιλιακές αρρυθμίες (κοιλιακές εκτακτοσυστολές).
Η δεύτερη μορφή της νόσου είναι αυτή που οι κοιλιακές αρρυθμίες προηγούνται της συστολικής δυσλειτουργίας του μυοκαρδίου και μάλιστα αυτό μπορεί να συμβαίνει για μεγάλο χρονικό διάστημα (ίσως και χρόνια). Σ’ αυτές τις περιπτώσεις μπορεί τα ζώα να εμφανίσουν εύκολη κόπωση, λιποθυμικές κρίσεις ή και ξαφνικό θάνατο εάν οι κοιλιακές αρρυθμίες είναι σοβαρές (π.χ. παροξυσμική κοιλιακή ταχυκαρδία, κοιλιακή μαρμαρυγή). Αυτή η μορφή παρατηρείται στα Doberman, Boxer, Great Dane κ.α.
Όπως καταλαβαίνουμε από τα παραπάνω έχει μεγάλη σημασία η προληπτική εξέταση των ζώων που έχουν προδιάθεση ως φυλές στο συγκεκριμένο νόσημα, αφού η έγκαιρη διάγνωση και έναρξη της κατάλληλης θεραπείας θα οδηγήσει σε αύξηση της διάρκειας της ζωής των ζώων αλλά και βελτίωση της ποιότητάς της.
Ένας εμπεριστατωμένος λοιπόν έλεγχος των ζώων αυτών εκτός από τη λήψη ιστορικού, την κλινική εξέταση, πιθανά τον ακτινολογικό έλεγχο του θώρακα, θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει πιο εξειδικευμένες εξετάσεις όπως το ηλεκτροκαρδιογράφημα, τη μέτρηση της πίεσης, το υπερηχοκαρδιογράφημα, την καταγραφή με Holter ρυθμού 24ώρου και εξειδικευμένες αιματολογικές εξετάσεις (μέτρηση καρδιακών δεικτών).
Το ηλεκτροκαρδιογράφημα μπορεί να καταγράψει τις αρρυθμίες (κολπική μαρμαρυγή, κοιλιακές εκτακτοσυστολές) μπορεί όμως να είναι φυσιολογικό αφού η καταγραφή είναι μικρής διάρκειας (περίπου 5 λεπτά) και οι αρρυθμίες μπορεί να είναι σποραδικές και να μην εκδηλωθούν τη στιγμή της εξέτασης.
Γι αυτό η καλύτερη μέθοδος διάγνωσης της δεύτερης μορφής της νόσου (αρρυθμογόνου μορφής) είναι η καταγραφή με Holter ρυθμού 24ώρου, με την οποία γίνεται συνεχής λήψη του ηλετροκαρδιογραφήματος στη διάρκεια του 24ώρου οπότε θα καταγραφούν ακόμα και μη συχνές αρρυθμίες.
Σ’ ότι αφορά το υπερηχοκαρδιογράφημα είναι η καλύτερη μέθοδος για τη διάγνωση της μειωμένης συσπαστικότητας του μυοκαρδίου αλλά θα είναι φυσιολογικό σε ζώα που εμφανίζουν μόνο την αρρυθμογόνο μορφή.
Για να αυξήσουμε λοιπόν τις πιθανότητες της διάγνωσης των δύο μορφών του νοσήματος χρησιμοποιούμε συνδυασμό εξετάσεων.
Αυτό που προτείνεται είναι στα ζώα που ανήκουν σε φυλές με προδιάθεση (Doberman, Boxer, Great Dane) να γίνεται ετήσιος έλεγχος με Holter ρυθμού 24ώρου και υπερηχοκαρδιογράφημα απ’ την ηλικία των 2-4 ετών και συμπληρωματικά ο προσδιορισμός των καρδιακών δεικτών που μπορεί να δώσουν πρώιμες ενδείξεις της νόσου.
Η πρόγνωση της νόσου είναι γενικότερα δυσμενής ειδικά στα προχωρημένα στάδια και εξαρτάται από την ηλικία κατά την εμφάνιση των συμπτωμάτων καθώς και από τα ίδια τα συμπτώματα. Ζώα με καρδιακή ανεπάρκεια, δύσπνοια, ασκίτη έχουν δυσμενέστερη πρόγνωση.
Γι’ αυτό έχει σημασία η έγκαιρη και σωστή διάγνωση που θα οδηγήσει στη χρήση των κατάλληλων φαρμάκων για το κάθε στάδιο με αποτέλεσμα την βελτίωση της ποιότητας και την αύξηση της διάρκειας της ζωής των ζώων.
Κυριάκος Αφεντουλίδης
Κτηνίατρος, Πτυχιούχος Α. Π.Θ., Μέλος της European Society of Veterinary Cardiology (ESVC)
Ελ. Βενιζέλου 195 Νέα Σμύρνη – 17123 Αττική
e-mail: [email protected]
Τηλέφωνο/Fax: 211 41 09 075 Κινητό: 6974608029
www.kyriakosafentoulidis.gr